Βασίλης Ραφαηλίδης: Οι Τεύτονες – Οι Γερμανοί
Οι Τεύτονες – Οι Γερμανοί
Κείμενο: Βασίλης Ραφαηλίδης*
Άλλο «γερμανικοί λαοί» και άλλο Γερμανοί. Γερμανικούς λαούς οι εθνολόγοι ονομάζουν όχι μόνο τους Γότθους, που χωρίζονται στα δυο (Βησιγότθοι, που σημαίνει δυτικοί Γότθοι, και Οστρογότθοι, που σημαίνει ανατολικοί Γότθοι), αλλά και το πλήθος των άλλων λαών, που λίγο πριν την πτώση της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας περνούν το Ρήνο, ξαπλώνονται σ’ ολόκληρη την κεντρική και δυτική Ευρώπη και μέσω Ισπανίας φτάνουν μέχρι τη βόρειο Αφρική. Οι γερμανικοί λαοί, που δεν θα μετακινηθούν προς τη Δύση και θα μείνουν στη γεωγραφική περιοχή της σημερινής Γερμανίας θα ονομαστούν Τεύτονες. Παρόλο που ο λαός των Τευτόνων είναι κι αυτός γερμανικός, ο χαρακτηρισμός «γερμανικοί λαοί» δεν τους καλύπτει. Κανένας γερμανικός λαός, άλλωστε, δεν ονόμασε έτσι τον εαυτό του. Το όνομα Γερμανοί είναι λατινικό και στη ρωμαϊκή αρχαιότητα χαρακτηρίζονταν μ’ αυτό όλα τα βαρβαρικά φύλα που πέρασαν το Ρήνο και εγκαταστάθηκαν είτε σε περιοχές της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, είτε κοντά στα ανατολικά σύνορα της. Συνεπώς, Τεύτονες είναι εκείνα τα γερμανικά φύλα που δεν ήρθαν σε επαφή με τον ρωμαϊκό πολιτισμό και που θα μπουν στην ιστορία απ’ το 800 μ.Χ. και μετά διό της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας του Καρλομάγνου, όταν δηλαδή ο χριστιανισμός θα έχει επικρατήσει σχεδόν σ’ ολόκληρη την περιοχή της σημερινής Ευρώπης. Στα γερμανικά, οι Τεύτονες ονομάζονται Deutsche (Ντόιτσε) και η χώρα τους Deutschland (Ντόιτσλαντ). Το όνομα είναι λατινογενές. Παράγεται από το deus (Θεός). Το ελληνικό όνομα Τεύτονες είναι παραφθορά του Teutsche, μιας παλιότερης γραφής του Deutsche.
Από τους Τεύτονες και όχι από τους «γερμανικούς λαούς» θα προκύψουν με τους αιώνες οι σημερινοί Γερμανοί, των Αυστριακών συμπεριλαμβανομένων. Από τους «γερμανικούς λαούς», δηλαδή τα γερμανικά φύλα που μετακινήθηκαν προς τη Δύση, θα προκύψουν οι λεγόμενοι γερμανογενείς λαοί της Ευρώπης: Σκανδιναβοί, Ολλανδοί, Λουξεμβούργιοι, Φλαμανδοί, Φράγκοι, Αγγλοσάξονες, Λομβαρδοί. Αλλά και οι Ισπανοί, τουλάχιστον αυτοί που είναι ή πιστεύουν πως είναι απόγονοι των Βησιγότθων. Εν ολίγοις, γερμανογενείς λαοί είναι τουλάχιστον οι μισοί σημερινοί Ευρωπαίοι, κι αυτός ήταν ένας απ’ τους λόγους που ο Χίτλερ ήθελε δική του, αν όχι ολόκληρη την Ευρώπη, τουλάχιστον τη μισή, τη γερμανογενή. Φυσικά, δε ρώτησε τους γερμανογενείς Ευρωπαίους, ας πούμε τους Σκανδιναβούς, ή τους Αγγλοσάξονες, αν αισθάνονταν ακόμα Γερμανοί ύστερα από τόσους αιώνες από τότε που ξέκοψαν απ’ τους κυρίως ειπείν Γερμανούς και ανέπτυξαν έναν δικό τους, αυτόνομο πολιτισμό.
Με τα «γερμανικά φύλα» ασχοληθήκαμε σ’ ένα άλλο βιβλίο με τον σκωπτικό τίτλο (Μυθ)ιστορία των βαρβάρων προγόνων των σημερινών Ευρωπαίων. Παρακάτω θα προσπαθήσουμε να περιγράψουμε κατ’ αρχήν το χάος που δημιούργησαν οι Τεύτονες και οι απόγονοι τους στην περιοχή της σημερινής Γερμανίας από το θάνατο του γαλλογερμανού Καρλομάγνου και μετά, αιώνες πριν φκιάξουν ενιαίο γερμανικό κράτος μόλις το 1871, αυτό που υπάρχει σήμερα και που συναποτελείται από τα 15 ομόσπονδα κρατίδια της πρώην Δυτ. Γερμανίας, συν τα εδάφη της πρώην Ανατ. Γερμανίας. Μέχρι το 1871, τα κρατίδια που προέκυψαν απ’ τα φέουδα της κατ’ εξοχήν φεουδαρχικής χώρας της Ευρώπης δυσκολεύονται να βρουν τρόπο να ενωθούν σε ενιαίο κράτος για τον απλό λόγο πως διατηρούν μια τυπικά φεουδαρχική αντίληψη περί διοικήσεως, που αργότερα θα μεταμορφωθεί σε έντονο τοπικισμό, που θα καταλήξει τελικά σε μια υποδειγματική διοικητική αποκέντρωση. Πάντως, τα πάμπολλα γερμανικά γλωσσικά ιδιώματα μαρτυρούν μέχρι τις μέρες μας πως ο πληθυντικός «Γερμανοί» είναι κυριολεξία. Ούτε σήμερα υπάρχει γερμανικός λαός -υπάρχουν γερμανικοί λαοί. Πουθενά αλλού στον κόσμο το διοικητικό σχήμα της ομοσπονδίας δεν είναι τόσο αυτονόητα επιβεβλημένο από τα πράγματα, όσο στη σημερινή Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας. Που σημειωτέον δυσκολεύτηκε πολύ να αποχτήσει ενιαία γερμανική γλώσσα. Τα σημερινά γερμανικά είναι ένα είδος καθαρεύουσας, δηλαδή μια φκιαχτή, ή μάλλον μια φιλολογική γλώσσα, που προέκυψε τόσο από τις ανάγκες της διοίκησης, όσο και από την επιθυμία των ποιητών, των σοφών και των επιστημόνων να μπορούν να επικοινωνούν άνετα μεταξύ τους και με το κοινό τους.
Η ιστορία της σημερινής Γερμανίας, αλλά όχι και του σημερινού ομοσπονδιακού γερμανικού κράτους αρχίζει το 843 μ.Χ. με τη συνθήκη του Βερντέν, που μοίρασε τα εδάφη της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας στους κληρονόμους του Καρλομάγνου. Τα πέραν της ανατολικής όχθης του Ρήνου εδάφη τα πήρε ο εγγονός του ιδρυτή της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, η οποία έζησε μόνο 43 χρόνια, απ’ το 800 μέχρι το 843. Ο Λουδοβίκος ο Γερμανικός (840-876), που θεωρείται ο πρώτος γερμανός βασιλιάς και ιδρυτής του πρώτου γερμανικού κράτους δεν είναι ούτε ακριβώς Γερμανός, αφού είναι εγγονός Γαλλογερμανού σε μια εποχή που οι δυο εθνότητες δεν είναι ακόμα σαφώς διαχωρισμένες, ούτε ακριβώς βασιλιάς, αφού κανείς δεν τον παίρνει στα σοβαρά σε μια εποχή που οι βασιλιάδες πασχίζουν ακόμα να εδραιώσουν την εξουσία τους μέσα στο πολυεθνικό χάος των λαών της Ευρώπης, που μόλις τώρα αρχίζουν να διαφοροποιούνται εθνολογικά και διά της διαφοροποιήσεως να προκύπτουν διακεκριμένες εθνότητες μέσα απ’ τον εθνοπολτό.
Οι Γερμανοί δεν κατοικούσαν από πάντα στις περιοχές που κατοικούν τώρα. Ήρθαν σ’ αυτές απ’ τα εδάφη όπου σήμερα βρίσκεται η Πολωνία και η Λευκορωσία, σπρωγμένοι από τους Σλάβους που προωθούνται προς δυσμάς. Στον νέο τόπο της κατοικίας τους συναντούν τους Κέλτες, τους οποίους με τη σειρά τους θα απωθήσουν προς την περιοχή της Γαλλίας. Αλλά και οι Κέλτες δεν είναι γηγενείς. Όταν ήρθαν στην περιοχή της σημερινής Γερμανίας συνάντησαν μογγολικά φύλα, που τα διέλυσαν και τα σκόρπισαν, για να πάρουν δρόμο και να καταλήξουν στην Εσθονία, τη Φιλανδία και την Ουγγαρία, τις τρεις χώρες της σημερινής Ευρώπης που έχουν μογγολική ρίζα. Όταν ο Καρλομάγνος ιδρύει την Αγία Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία το 800 π.Χ., που σημαδεύει και την απαρχή της ιστορίας της σημερινής Ευρώπης, οι από πολλού εγκατεστημένοι στην πέραν του Ρήνου περιοχή Γερμανοί ανήκουν στην εν λόγω Αυτοκρατορία, τα εδάφη της οποίας περιλαμβάνουν τις περιοχές της σημερινής Γαλλίας, Ιταλίας και Γερμανίας.
Από το 843 που εμφανίζεται το πρώτο γερμανικό κράτος μέχρι το 911 που τελευτά τον βίο της η δυναστεία των Καρολιγγείων (των απογόνων του Καρλομάγνου) οι περιοχές της σημερινής Γερμανίας δεν είναι παρά ένα μεγάλο άθροισμα μικρών φέουδων. Κόμιτες, δούκες, μαρκήσιοι, και βαρώνοι της πλάκας σπρώχνουν ο ένας τον άλλο για μερικά τετραγωνικά χιλιόμετρα γης, που την κλέβουν απ’ το διπλανό φέουδο για να την προσθέσουν στο δικό τους, όπως οι αγρότες που βγάζουν τα παλούκια που χωρίζουν δυο γειτονικά χωράφια και τα μπήγουν λίγο παραπέρα, μέσα στο δικό τους κτήμα. Οι κληρονόμοι των παμπάλαιων πρώτων ιδιοκτητών δεν διαθέτουν ούτε συμβόλαια, ούτε τοπογραφικά σχέδια. Πού τοπογράφοι και πού συμβολαιογράφοι εκείνη την άγρια εποχή κατά την οποία ιδιοκτήτης γης είναι αυτός που είναι σε θέση να προστατεύσει τα παλούκια που ορίζουν την έγγειο ιδιοκτησία των απογόνων του πρώτου δικαιούχου, που πήρε απ’ τον εαυτό του το δικαίωμα να κάνει δικό του ένα κομμάτι απ’ τη μεγάλη, ξέφραγη Γη.
Έτσι, στη Γερμανία των πάρα πολλών φέουδων, εμφανίζεται το 919 η ανάγκη για έναν αυστηρό και σοβαρό βασιλιά, που να είναι σε θέση να δυναστεύει όχι το λαό, όπως οι αρχαίοι βασιλιάδες, αλλά τους φεουδάρχες, ώστε να μη σφάζονται μεταξύ τους. Για τη δυνάστευση του λαού θα φροντίζουν οι φεουδάρχες. Τον εν λόγω πρώτο σοβαρό γερμανό βασιλιά τον προμηθεύει το κρατίδιο της Σαξονίας, που δεν είναι παρά ένα φέουδο που μεγάλωσε πολύ, όπως κι όλα τ’ άλλα, που όμως δε μεγάλωσαν τόσο πολύ όσο εκείνο της περιοχής της Σαξονίας, που θεωρείται η κοιτίδα όλων των γερμανικών λαών. Ερρίκος Α’ λέγεται ο σαξονικής καταγωγής πρώτος σοβαρός γερμανός βασιλιάς.
Τον Ερρίκο Α’ (918-936) διαδέχεται ο σάξων Όθων Α’ ο Μέγας (936¬973). Άλλος ένας Μεγάλος. Που ήταν όντως Μεγάλος. Όχι γιατί έκανε κάτι μεγάλο όπως οι άλλοι Μεγάλοι, αλλά διότι κατάφερε να βάλει στη θέση του τον πάπα, που εκτός απ’ τη θρησκευτική εξουσία, που ήδη την έχει, διεκδικεί και την κοσμική, ει δυνατόν σ’ ολόκληρο τον κόσμο. Ο Όθων, λοιπόν, υποχρεώνει τον πάπα να τον στέψει αυτοκράτορα της ουσιαστικά αλλά όχι και τυπικά μακαρίτισσας Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας του Καρλομάγνου. Ελπίζει ματαίως να την ξαναζωντανέψει. Αλλά το σχέδιο δεν φτουράει. Διότι οι Γερμανοί που κατοικούν στα εδάφη που σήμερα αποτελούν τη χώρα που λέγεται Γερμανία, αρνούνται να ενωθούν κάτω από έναν ισχυρό μονάρχη. Προτιμούν τους μικρούς άρχοντες, τους ιδιοκτήτες των φέουδων, τους φεουδάρχες. Κι έτσι, η γερμανική φεουδαρχία θα καταπιεί τη γερμανική αυτοκρατορία που έχει κατά νουν ο Όθων ο Μέγας. Που το μόνο του κατόρθωμα, το ξαναλέμε γιατί είναι πολύ σημαντικό, είναι το ότι υποχρέωσε τον πάπα να τον στέψει βασιλιά, πράγμα που θα παίξει βασικότατο ρόλο στις κατοπινές εξελίξεις στην παποκρατούμενη Ευρώπη. Μέχρι τότε, μόνο αν ήθελε έστεφε ο πάπας έναν βασιλιά, ώστε να του μεταβιβάσει το θεϊκό δικαίωμα να φέρεται σα Θεός στους υπηκόους του. Όμως, το 936 μ.Χ. ο πάπας θ’ αρχίσει να καταλαβαίνει πως τα πράγματα δεν θα είναι καθόλου εύκολα γι’ αυτόν με τους Γερμανούς, τουλάχιστον τους βόρειους, που ποτέ στην ιστορία τους δεν θα συμπαθήσουν ιδιαίτερα τον πάπα. Ωστόσο, τον βασιλιά, τον αυτοκράτορα Όθωνα Α’ όπως προτιμάει ο ίδιος να λέγεται για λόγους γοήτρου αλλά και για να δείξει πως είναι κληρονόμος του Καρλομάγνου, δεν θα τον μισήσει μόνο ο πάπας, θα τον μισήσουν και οι φεουδάρχες. Που πολύ θα ήθελαν να μη βάλουν έναν βασιλιά στο κεφάλι τους ώστε να παραμείνουν βασιλίσκοι στα φέουδα τους.
Όμως, εκτός απ’ τον απεχθή γι’ αυτούς βασιλιά υπάρχει και ο εξίσου απεχθής πάπας. Η επιλογή που έχει να κάνει ένας φεουδάρχης ανάμεσα στον πάπα και στο βασιλιά γίνεται πολύ δύσκολη υπόθεση. Πάντως, όσοι μισούν περισσότερο τον πάπα απ’ τον αυτοκράτορα, πηγαίνουν με τον αυτοκράτορα. Ο φόβος τους για τον παμφάγο πάπα υποχρεώνει πολλούς να συσπειρωθούν περισσότερο γύρω απ’ τον προϊστάμενο τους, το βασιλιά, που δουλειά του είναι να επιβλέπει τους φεουδάρχες. Γιατί ο βασιλιάς αυτόν τον καιρό δεν είναι τίποτα άλλο από επιστάτης φεουδαρχών, που χρειάζονται πολύ έναν διαιτητή ώστε να μη σφάζονται μεταξύ τους. Αλλά η απ’ τη φύση της φυγόκεντρη φεουδαρχία μισεί τον συγκεντρωτισμό όσο τίποτα. Άρα και το βασιλιά. Έλα όμως που πρέπει να μπει οπωσδήποτε μια τάξη στο φεουδαρχικό χάος. Ο βασιλιάς είναι ένα αναγκαίο κακό για τους φεουδάρχες, αυτόν τον καιρό της ανόδου της φεουδαρχίας στην πιο φεουδαρχική χώρα της Ευρώπης εκείνη την εποχή, τη Γερμανία. Η δυναστεία των Σαλίων (1024-1122) που θα διαδεχτεί τη δυναστεία των Σαξόνων θα τα βρει μπαστούνια, έτσι που ο κάθε φεουδάρχης διεκδικεί για τον εαυτό του το θρόνο του βασιλιά όλων των Γερμανών. Ανάμεσα στα 1250 και 1273 ούτε ο βασιλιάς βασιλεύει, ούτε ο πάπας κυριαρχεί. Το χάος είναι πλήρες. Δεν υπάρχει βασιλιάς, οι φεουδάρχες είναι εντελώς αδέσποτοι, ο καθένας τους κάνει ό,τι του κατέβει και ο πάπας δηλώνει αδυναμία να βάλει τάξη στο χάος.
Τελικά, ο πάπας, που τρέμει την γαλλική ηγεμονία στην Ευρώπη, δεδομένου ότι οι Γάλλοι τον έχουν γράψει στα παλιά τους τα παπούτσια νωρίτερα απ’ τους Γερμανούς, βγάζει την ουρά του έξω απ’ τα γερμανικά πράγματα και στρέφει όλη του την προσοχή στους Γάλλους και τους Ιταλούς. Έτσι, οι γερμανοί φεουδάρχες, μη έχοντες πλέον δυνατότητα επιλογής ανάμεσα στον αυτοκράτορα και τον πάπα μετά την εγκατάλειψη απ’ τον τελευταίο του σχεδίου να εντάξει στη δική του επικράτεια και τις γερμανικές περιοχές, αρχίζουν να συσπειρώνονται κατ’ ανάγκην γύρω από μια κοσμική κεντρική εξουσία, που είναι απολύτως απαραίτητη προκειμένου να ηρεμήσουν τα πνεύματα των φεουδαρχών, που συνεχίζουν να σφάζονται ανηλεώς μεταξύ τους για την κατοχή της γης. Είναι υποχρεωμένοι, λοιπόν, να ψάξουν και να βρουν έναν καλό βασιλιά προκειμένου να σταματήσει το μακελλειό.
Με τα πολλά, το 1273 κυριαρχεί επί των γερμανών φεουδαρχών ο αρχιφεουδάρχης Ροδόλφος των Αψβούργων, ιδιοκτήτης του κολοσσιαίων διαστάσεων φέουδου που εκτείνεται σ’ ολόκληρη στην περιοχή της σημερινής Αυστρίας. Οι αρχιφεουδάρχες Αψβούργοιτης Αυστρίας γίνονται τώρα βασιλείς όλων των Γερμανών. Ο οίκος τους θα δώσει πάμπολλους γερμανούς και αυστριακούς βασιλιάδες και αυτοκράτορες, που θα υπάρχουν μέχρι την εποχή της τελευταίας ευρωπαϊκής αυτοκρατορίας, της Αυστρουγγρικής, που θα διαλυθεί το 1918, αμέσως μετά τη λήξη του πολέμου. Όμως, ο πονηρός Ροδόλφος των Αψβούργων θα παραδώσει οικειοθελώς την επικράτεια του στον πανίσχυρο βοημό (σλάβο) μονάρχη Όττακαρ Β’. Πρόκειται για ένα πολύ μεγάλο βασιλικό κόλπο που αποσκοπεί στο να σταματήσουν οι γερμανοί φεουδάρχες να τσακώνονται μεταξύ τους και να μάθουν επιτέλους να υποτάσσονται στην κεντρική εξουσία. Είναι τότε, μ’ αυτό το κυνικότατο στρατήγημα του Ροδόλφου, που οι Αυστριακοί θα γίνουν και θα παραμείνουν για τους «γνήσιους» Γερμανούς οι προδότες της γνησίως γερμανικής ιδέας. Όμως, τα πράγματα θα τα διορθώσει κάποτε ο αυστριακός Αδόλφος Χίτλερ.
Στην ηγεμονία όλων των Γερμανών, τον βοημό Όττακαρ διαδέχεται το 1308 ο Ερρίκος Ζ’ του Λουξεμβούργου, που ήταν ένα σχετικά μικρό γερμανικό φέουδο, που παραμένει και σήμερα σχετικά μικρό γερμανογενές κράτος. Και επιτέλους το 1356 ο Κάρολος Δ‘, θα επιβάλει όρους για την εκλογή του βασιλιά, ώστε να μη γίνεται βασιλιάς όλων των Γερμανών ο κάθε σαχλαμάρας, αλλά αυτός που θα παίρνει τον τίτλο ύστερα από συνεννόηση μεταξύ των σημαντικότερων φεουδαρχών. Με την πρωτοβουλία ενός βασιλιά που θέλει να κατοχυρώσει τη θέση του, οι φεουδάρχες των μεγάλων φέουδων, που έχουν γίνει ήδη σχεδόν αυτόνομα κρατίδια, αποφασίζουν πως στο εξής τον αυτοκράτορα θα τον εκλέγουν επτά εκλέκτορες: Ο βασιλιάς της Βοημίας, ο δούκας της Σαξονίας, ο μαρκήσιος του Βρανδεμβούργου, ο κόμις του Παλατινάτου, και οι επίσκοποι Κολωνίας, Μαγεντίας και Τρεβήρων. Η Αυστρία μένει απ’ έξω. Το γεγονός της υπάρξεως εκλεκτόρων θεωρείται υψίστης σημασίας, τώρα που ο πάπας έπαψε να δίνει κύρος και γόητρο στο βασιλιά τη στιγμή της στέψεως, κατά την οποία το Άγιο Πνεύμα περιλούζει με εξουσιαστική δύναμη το μονάρχη. Την εξουσία κάποιος πρέπει να στη δώσει. Αν δε στη δώσει ο Θεός, για λόγους που μόνο ο εξουσιαστής γνωρίζει, πρέπει να στη δώσει είτε ο κυρίαρχος λαός, είτε οι κυριαρχούντες επί του λαού άρχοντες. Ελλείψει κυρίαρχου λαού αυτόν τον καιρό, και δεδομένου ότι ο πάπας πετάχτηκε στο περιθώριο απ’ τους Γερμανούς, την εγκυρότητα της εξουσίας του ο βασιλιάς δεν μπορεί παρά να την πάρει από τους εκλέκτορες-. Προσέξτε την προσφυγή όχι μόνο στους φεουδάρχες εκλέκτορες, αλλά και στους επισκόπους σε περιοχές που η φεουδαρχία αρχίζει ήδη να παραχωρεί τη θέση της στον πρώιμο καπιταλισμό, που δεν έχει ακόμα θεσμοθετηθεί. Σε περιοχές, λοιπόν, σαν την Κολωνία, όπου η φεουδαρχία και ο πρώιμος καπιταλισμός συνυπάρχουν, εκλέκτορας ορίζεται ένας επίσκοπος. (Η Κολωνία ήταν και παραμένει η πιο προοδευτική περιοχή της Γερμανίας).
Ωστόσο, οι εκλέκτορες (του βασιλιά) εμφανίζονται σε μια εποχή που ο θεσμός της βασιλείας στη Γερμανία έχει χάσει κάθε σημασία, έτσι που έχουν ισχυροποιηθεί πολύ εκείνοι οι τοπικοί άρχοντες που δεν έχουν την τύχη να οριστούν εκλέκτορες. Άλλωστε, πολλά φέουδα ήδη έχουν μεγαλώσει πολύ. Έχουν γίνει σωστά κρατίδια, αυτά περίπου που υπάρχουν και σήμερα στην Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας. Όπως και νάναι, η απότομη άνοδος των Αψβούργων στην περιοχή της σημερινής Αυστρίας το 1335, που θα τρομάξει τους άλλους Γερμανούς, δεν είναι συμπτωματική, δεδομένου ότι ολόκληρη η Αυστρία είναι ιδιοκτησία τους, πράγμα που θα τους δώσει ένα προβάδισμα έναντι των άλλων φεουδαρχών που βάζουν υποψηφιότητα για βασιλείς. Κι αυτό ακριβώς το προβάδισμα, που στηρίζεται στην κολοσσιαία περιουσία τους, θα οδηγήσει κάποτε τους αψβούργους βασιλείς στην ίδρυση μιας δικής τους αυτοκρατορίας, της αυστριακής. Η περιοχή της Αυστρίας αρχίζει να αυτονομείται έναντι της υπόλοιπης Γερμανίας ήδη από το 1335.
Λίγο νωρίτερα, συγκεκριμένα το 1228, μετακομίζει απ’ τους Αγίους Τόπους στη Γερμανία το «θρησκευτικό» τάγμα των σταυροφόρων που έχει το όνομα Τεύτονες Ιππότες. Δρώντας για λογαριασμό του βασιλιά της Πολωνίας, κι αμέσως μετά για λογαριασμό μόνο του εαυτού τους, οι Τεύτονες Ιππότες, επιστρέφοντας στην Ευρώπη, παίρνουν φαλάγγι τους λαούς που κατοικούν στην περιοχή της Βαλτικής αλλά και στα ενδότερα. Και ιδρύουν πρώτα την πόλη Ντάντσιχ, γερμανιστί, Γκντανσκ, πολωνιστί. Κι αμέσως μετά την πόλη Καίνιξμπεργκ, την πατρίδα του Καντ. Σε λίγο παίρνουν φόρα, και επί σλαβικών εδαφών δημιουργούν το πανίσχυρο κράτος της Πρωσσίας, όπου και η πρωτεύουσα της Γερμανίας, Βερολίνο. Τούτο το παράξοδο σλαβογερμανικό και άκρως μιλιταριστικό κράτος, η Πρωσσία, θα παίξει τον πρώτο ρόλο στη δημιουργία της ενωμένης Γερμανίας πολύ αργότερα, το 1871. Οι Σάξονες, οι κυρίως ειπείν Γερμανοί στο νότο της Πρωσσίας παραμερίζονται απ’ τους Πρώσσους, που δεν είναι ακριβώς Γερμανοί, αλλά Σλαβογερμανοί. Αξίζει να σημειωθεί πως οι Τεύτονες Ιππότες, που ίδρυσαν στη Γερμανία ένα πανίσχυρο κράτος, την Πρωσσία, όσο ήταν στους Αγίους Τόπους έπαιζαν το ρόλο νοσοκόμων για τα άλλα τάγματα των Σταυροφόρων.
Ωστόσο, το μεγάλο γεγονός στην ιστορία της αστικής και όχι μόνο της φεουδαρχικής Γερμανίας δεν είναι η δημιουργία της ισχυρής Πρωσσίας, αλλά η εμφάνιση τον ίδιο περίπου καιρό της περίφημης Χανσεατικής Ένωσης, που ήταν κάτι σαν κοινοπολιτεία των μεγάλων αστικών κέντρων του γερμανικού βορρά, με πρωτεύουσα το Λύμπεκ στη Βαλτική Θάλασσα, ανάμεσα στο Αμβούργο κα το Κίελο. Μέχρι τον 15ο αιώνα η Χανσεατική Ένωση, που θα παίξει τεράστιο ρόλο στην ανάπτυξη του καπιταλισμού, κυριαρχεί απολύτως στη Βόρεια Θάλασσα, στη Βαλτική Θάλασσα και κυρίως στα κρίσιμα για το θαλασσινό εμπόριο στενά της Δανίας.
Παρά το φεουδαρχικό και τώρα πια και ολίγον καπιταλιστικό σκορποχώρι, στη Γερμανία συνεχίζει να υφίσταται μια σκιώδης κεντρική εξουσία, εδρεύουσα στο νότο, στην Αυστρία. Η ισχυρή δυναστεία των Αψβούργων υποτίθεται πως εποπτεύει όλους τους Γερμανούς αυτόν τον καιρό. Αλλά ποιος ακούει τους Αψβούργους ή τους άλλους βασιλιάδες σε μια χώρα που συνταράσσεται απ’ τους ενδοφεουδαρχικούς πολέμους. Ωστόσο, οι φεουδάρχες φαίνεται τελικά να ηρεμούν με την υιοθέτηση του ρωμαϊκού αστικού δικαίου, που λέει πως κληρονόμος του πατέρα είναι μόνο ο πρωτότοκος γιος. Οι άλλοι γιοι, ας κόψουν το λαιμό τους. Ας γίνουν αστοί όσοι πετάγονται έξω απ’ τα φέουδα σαν περισσευούμενοι και κατοικούν στα μπούργκους, τους τενεκεδομαχαλάδες γύρω απ’ τα φέουδα. Οι κάτοικοι των μπούργκους θα ονομαστούν μπουρζουάδες (μπουργκουάδες, αν προτιμάτε) εις ανάμνησιν των μπούργους, όπου θα αρχίσει, μέσα στη λάσπη, τη βρώμα και την πανούκλα, η λαμπρή ιστορία της αστικής τάξης. Τα μπούργκους ακμάζουν στο βαθμό που τα κοντινά φέουδα παρακμάζουν. Ωστόσο, η φεουδαρχία θα παραμείνει ισχυρή μέχρι τον 18ο αιώνα.
Και σα να μην έφτανε που όλα αυτόν τον δύσκολο καιρό της μετάβασης απ’ τη φεουδαρχία στον καπιταλισμό είναι άνω κάτω στη Γερμανία, νάσου το 1516 και η θύελλα της λουθηρανής Μεταρρύθμισης, που είναι μια καθαρά γερμανική υπόθεση. Πρόκειται για τη διαμαρτυρία των διαμαρτυρομένων (προτεσταντών, στα λατινικά) κατά του παμφάγου πάπα, που αρπάζει απ’ όπου βρει. Όμως, η Μεταρρύθμιση, παρά την ηθική της αναγκαιότητα, θα καταστρέψει τη Γερμανία. Διότι οι φεουδάρχες και οι βασιλίσκοι βρίσκουν αφορμή να μοιραστούν σε δυο ομάδες και ν’ αρχίσουν έναν εμφύλιο πόλεμο που θα κρατήσει πάνω από έναν αιώνα. Η κορύφωση του είναι ο περίφημος Τριακονταετής Πόλεμος (1618-1648) μεταξύ διαμαρτυρομένων και καθολικών, στον οποίο μπλέκονται και οι Γάλλοι, και οι Δανοί, και οι Σουηδοί, και οι Άγγλοι -όλη η Ευρώπη. Στη διάρκεια αυτού του φοβερού πολέμου οι φεουδάρχες βρίσκουν την ευκαιρία να ισχυροποιήσουν τις αυτονομιστικές τους τάσεις. Μόνο η Πρωσσία στο βορρά και η Αυστρία στο νότο είναι, τον καιρό του Τριακονταετούς Πολέμου, που κατ’ ουσίαν είναι πόλεμος μεταξύ καθολικών και προτεσταντών, καλά συγκροτημένα κράτη.
Η Πρωσσία, δηλαδή το τεράστιο φέουδο των Τευτόνων Ιπποτών, από φέουδο προάγεται σε αυτόνομο βασίλειο το 1701. Και γίνεται ο πόλος έλξης των γερμανών προτεσταντών. Ο πόλος έλξης των γερμανών καθολικών είναι η Αυστρία στο νότο αλλά και η Βαυαρία παραδίπλα. Τώρα η ένωση όλων των Γερμανών σε ενιαίο κράτος μοιάζει αδύνατη. Η καθολική Αυστρία με τη βοήθεια του πάπα, καλπάζει προς την Αυτοκρατορία. Αλλά η Πρωσσία της ρίχνεται αγρίως. Ο Φρειδερίκος Β‘ της Πρωσσίας επιτίθεται με δύναμη κατά της Μαρίας Θηρεσίας της Αυστρίας, που την κατηγορεί για συνεργασία με τους Γάλλους και τους Ρώσους.
Στο μεταξύ η Γαλλική Επανάσταση θα μπερδέψει κι άλλο τα ήδη πολύ μπερδεμένα πράγματα στη Γερμανία. Η πέραν του Ρήνου γερμανική περιοχή προσαρτάται στη Γαλλία, ενώ στην υπόλοιπη Γερμανία ο Ναπολέων κάνει ό,τι του κατέβει. Ακόμα και βασίλειο σπέσιαλ σκαρώνει, αυτό της Βεστφαλίας, ειδικά για τον αδερφό του Ιερώνυμο. Όμως, μετά την ήττα του Ναπολέοντα, η νικήτρια Γερμανία (για την ακρίβεια, η Αυστρία και η Πρωσσία) μεγαλώνει πολύ με απόφαση του συνεδρίου της Βιέννης το 1815. Επειδή όμως η Πρωσσία θα ευνοηθεί περισσότερο από τις αποφάσεις που παίρνει το εν λόγω συνέδριο, που σκοπό έχει την τακτοποίηση των πραγμάτων στην Ευρώπη μετά την ήττα του Ναπολέοντα, θα δυναμώσει και θα επιτεθεί κατά της Αυστρίας το 1866. Η ηττημένη Αυστρία θα υποχρεωθεί να αναγνωρίσει την ηγεμονία της Πρωσσίας στα βόρεια γερμανικά εδάφη. Πέντε χρόνια μετά, την ιστορική για τους Γερμανούς ημέρα της 18ης Ιανουαρίου 1871, χάρη στη λαμπρή νίκη της Πρωσσίας επί της Γαλλίας στο γαλλοπρωσικό πόλεμο που μόλις τέλειωσε και που μεταξύ των άλλων είχε σα συνέπεια και την εμφάνιση της Κομούνας του Παρισιού, η ενότητα των κρατιδίων της Γερμανίας είναι ένα γεγονός τεράστιας σημασίας για ολόκληρη την Ευρώπη.
Το εν λόγω κατόρθωμα, της δημιουργίας δηλαδή της ενωμένης Γερμανίας το επιτελεί ένας τρομερός άνθρωπος ονόματι Μπίσμαρκ, γνωστός και σαν «σιδηρούς καγκελλάριος» (πρωθυπουργός της Πρωσσίας). Ένας Πρώσσος, δηλαδή ένας μη «καθαρός» Γερμανός, ένας Σλαβογερμανός αν προτιμάτε, δημιουργεί το σημερινό ομοσπονδιακό κράτος της Γερμανίας. Και έτσι, το 1871 προκύπτει το Α’ Ράιχ (ενιαίο γερμανικό κράτος), που αφήνει απ’ έξω την Αυστρία, που είναι ήδη πολύ μεγάλη και πολύ ισχυρή, ώστε να δεχτεί να μπει στη ένωση, όπως κανονικά θα έπρεπε. Το εξ υπεροψίας λάθος της Αυστρίας θα το διορθώσει ο αυστριακός Χίτλερ, που θα ενσωματώσει την πατρίδα του στη Μεγάλη Πατρίδα.
Όμως, οι διάδοχοι του Μπίσμαρκ, που θα κληρονομήσουν μεν τη φανατική πίστη του στους νόμους, αλλά όχι και τις ικανότητες του, θα τα κάνουν θάλασσα. Η ραγδαία αναπτυσσόμενη γερμανική αστική τάξη πιέζει για διεύρυνση του «ζωτικού χώρου». Και σε λίγο φτάνουμε στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, που θα τον προκαλέσει ο παραδοσιακός πρωσσικός μιλιταρισμός και η παραδοσιακή πρωσσική φεουδαρχία σε συνεργασία με το πανγερμανικό κεφάλαιο. Με την ήττα, το Α’ Ράιχ καταρρέει μαζί με το βασιλιά, και τη θέση του παίρνει η δημοκρατία, που θα ονομαστεί Δημοκρατία της Βαϊμάρης, από την πόλη όπου ανακηρύχτηκε. Είναι το Β’ Ράιχ.
Το Γ’ Ράιχ, αυτό του Χίτλερ, δεν θ’ αργήσει να κάνει την καταστροφική του εμφάνιση. Η παγκόσμια οικονομική κρίση του 1929 μπαίνει καπέλο στην ταπείνωση των Γερμανών μ’ εκείνη την ηλίθια συνθήκη των Βερσαλιών και η φρέσκια δημοκρατία (της Βαϊμάρης) αρχίζει να παραπατάει επικίνδυνα. Μέχρι που ο πρόεδρος της Δημοκρατίας Χίντεμπουργκ αναθέτει την πρωθυπουργία στον ισχυρό άνδρα, τον Χίτλερ, το 1933. Την επόμενη χρονιά (1934) με τον θάνατο του Χίντεμπουργκ, ο νόμιμος καγκελλάριος (πρωθυπουργός), ο Αδόλφος Χίτλερ, γίνεται και πρόεδρος της δημοκρατίας νομιμότατα και πάλι, αν και ολίγον ταχυδακτυλουργικά, ως συνήθως σε περιόδους μεγάλης καπιταλιστικής κρίσης. Η πιο σκληρή, η πιο βάρβαρη, η πιο φονική δικτατορία που εμφανίστηκε ποτέ στον καπιταλιστικό κόσμο, γίνεται εξουσία, αν όχι εντελώς νόμιμα, σίγουρα όμως μισονόμιμα. Όχι με πραξικόπημα, ούτε με επανάσταση, αλλά με εκλογές λιγάκι ζορισμένες. Η Δημοκρατία της Βαϊμάρης, το Β’ Ράιχ, θα αυτοκτονήσει παραδιδόμενη δημοκρατικά στον Χίτλερ.
Δυστυχώς, τα κρατίδια της Γερμανίας θα αργήσουν πολύ να ενωθούν σε ενιαίο κράτος. Το 1871 η αγγλική, η γαλλική και η ολλανδική αποικιοκρατία είναι ήδη καλά εδραιωμένες και η Γερμανία θα μείνει έξω απ’ τη μοιρασιά της Αφρικής, της Ασίας και την Αμερικής ανάμεσα στις μεγάλες αποικιοκρατικές δυνάμεις της Ευρώπης, πράγμα που θα δημιουργήσει μύρια όσα προβλήματα σε μια ταχύτατα αναπτυσσόμενη Γερμανία, που ως καπιταλιστική υπερδύναμη ασφυκτιά στα στενά, σε σχέση με τον πληθυσμό της και την αναπτυξιακή της δυναμική, όρια.
*Απόσπασμα από το βιβλίο του Βασίλη Ραφαηλίδη: Λαοί της Ευρώπης – Καταγωγή και χαρακτηριστικά, εκδ. του Εικοστού Πρώτου, Αθήνα, 1996.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου