ΓΕΡΩΝ ΠΑΪΣΙΟΣ - ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΜΑΝΤΕΣ:
Η ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ ΜΑΣ!!!
Όπως γνωρίζετε όλοι (όσοι δεν το γνωρίζουν ας το μάθουν τώρα) είμαι ΕΛΛΗΝΟΚΕΝΤΡΙΣΤΗΣ!!!
Ελληνοκεντριστής θα πει αυτός που έχει ως κέντρο της ύπαρξής του και ως κέντρο του Σύμπαντος την Ελλάδα!!!
Τίποτε περισσότερο και τίποτε λιγότερο από ότι ορίζει αυτή η πρόταση. Ασφαλώς και οι περισσότεροι παρανοούν τις λέξεις που διαβάζουν διότι ζούμε στην εποχή της παράνοιας και της σύγχρονης Βαβέλ. Γι΄αυτόν τον λόγον εξηγούμαι.
Ουδεμία σχέση με το "Δωδεκαθεϊστής" που οι άνθρωποι ξαναγύρισαν στη Θρησκεία του Δωδεκάθεου τον 21ο Αιώνα και αυτό τα λέει όλα. Δεν μπορείς να εξελιχθείς και να προοδεύσεις ούτε ατομικά, ούτε ως Λαός με το να κάνεις βήματα προς τα ..πίσω!
Από την άλλη Ελληνοκεντριστής σημαίνει μακριά από κάθε θρησκεία, ειδικά το χριστιανισμό (ΨΕΥΔΟΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΌ ΣΤΗΝ ΚΥΡΙΟΛΕΞΙΑ) που όπως έχω πει και άλλοτε δεν έχει καμία σχέση με το Χριστό (γι΄αυτό την ονομάζω και ΨΕΥΔΟΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟ), επειδή δεν έχει καμία σχέση με την διδασκαλία του Χριστού (διδασκαλία της Αγάπης και όχι του συμφέροντος) που αυτή η διδασκαλία ως μεταγενέστερη ανάγεται και στηρίζεται στην διδασκαλία των Αρχαίων Ελλήνων και ειδικά όλα τα "Πατερικά" κείμενα είναι απλές αντιγραφές της αρχαίας ελληνικής Γραμματείας.
Παράδειγμα, "Ψέγε μηδένα (Κανένα να μην κατηγορείς) είπε ο Μένανδρος, "Μήν κρίνετε, ίνα μή κριθήτε", ο Ιησούς Χριστός, "Φόνου απέχου",Δελφικό παράγγελμα, "Ου φονεύσεις" ο Χριστός και εκατοντάδες άλλα.
Ο Ελληνοκεντριστής είναι αυτό που λέμε απλά "Πατριώτης" λέξη πάλι παρεξηγημένη, αφού συγχέεται με το "εθνικιστής", με το "φασίστας" και ένα σωρό άλλες έννοιες που η πολυπλοκότητα και η παράνοια φρόντισαν να αποκτήσουν ατομικό, μεμονωμένο και ιδιαίτερο, αν και όχι πάντα με θετικό πρόσημο νόημα.
Ποιητικά ίσως θα ήταν η καλλίτερη προσέγγιση. Ελληνοκεντριστής είναι αυτός που έβαλε πρώτα και πάνω απ όλα στην καρδιά του την Ελλάδα!!!
Όλα τα υπόλοιπα ακολουθούν.
Αγάπες, οικογένεια, παιδιά, έρωτας,τέχνη, πολιτική, παιδεία,εξέλιξη, τιμιότητα, ανδρεία, αριστεία, τελειότητα και πολλά άλλα που χωρούν στην καρδιά του "Ελληνοκεντριστή" με αυτή ή με οποιαδήποτε άλλη σειρά.
1975. Μεγάλη βδομάδα ήταν που αποφασίσαμε δύο νέοι ιεροσπουδαστές στο Α' Έτος της Εκκλησιαστικής Παιδαγωγικής Ακαδημίας Θεσσαλονίκης στην Πυλαία, να επισκεφθούμε τον Άγιον Όρος. Εγώ ήμουν στα 18 και ο Αντρέας ο Χατζηδάκης από τη Μεσαρά του Ηρακλείου, τρία χρόνια μεγαλύτερος, πήραμε το Λεωφορείο για την Ουρανούπολη.
Πειραχτήρι εγώ, ζωηρός, ανήσυχος, περίεργος, μόλις είχα αποτύχει στις εισαγωγικές εξετάσεις στη Φιλοσοφική Σχολή (κόπηκα για ένα μόριο) και είπα να μη χάσω το χρόνο μου να πάω σ΄αυτό το Ιεροδιδασκαλείο.
Ο Ανδρέας ήταν σεμνός και μαζεμένος, θρήσκος και ντροπαλός με άλλα γνωρίσματα. Θυμάμαι του έλεγα στο λεωφορείο " Αντρέα κοίτα ένα κορίτσι, τι "θεογκόμενα" είναι αυτή αγόρι μου!!!" του έλεγα ξαναμμένος (ήταν και τα μίνι στη μόδα και το αίμα μου έβραζε, στα δεκαοχτώ ήμουν μη το ξεχνάμε).
Η απάντηση του Αντρέα ήταν μόνιμη και καταλυτική:
- Σκάσε διαβολεμένε!!!
Διασκέδαζα εγώ.
Ήταν πολύ νωρίς να εννοήσω ότι δεν ήταν όλοι σαν κι εμένα. Δεν μπορούσα να εννοήσω πώς σε κείνη την ηλικία, ένα κορίτσι σαν τα κρύα νερά, με μίνι φουστίτσα που φαινόταν σχεδόν το βρακάκι της, με τα υπέροχα χυτά ξανθά της μαλλιά στους ώμους και το αγγελικό της πρόσωπο που σήκωνε μανιασμένη τρικυμία σε μένα, στον Ανδρέα να μη σημαίνει τίποτε και να είμαι και.. "διαβολεμένος" από πάνω!!!
Γι΄ αυτό διασκέδαζα.
Αγνό αθώο παιδί, που ότι με συγκλόνιζε του έδινα σημασία.
Ότι δεν τάραζε την ψυχή μου το προσπερνούσα αδιάφορα.
Φτάσαμε με πολύ κόπο στις Καρυές, την διοικητική πρωτεύουσα της Μοναστικής Πολιτείας του Αγίου Όρους.
Μετά τα τυπικά χαρτιά, "Διαμονητήρια" τα λένε, ένα είδος διαβατηρίου αφού είμαστε σε «ξένο και ιδιόμορφο έδαφος», για μας ήταν διαρκείας ενός μήνα αφού ήμαστε «ιεροσπουδαστές», ένα βήμα δηλαδή πριν το Μυστήριο της Ιεροσύνης. Στους υπόλοιπους επισκέπτες δίνονταν άδεια μόνο λίγων ημερών, από τρεις έως πέντε, αν θυμάμαι καλά.
Ξεκινήσαμε με το τραμ των δύο (τα ποδαράκια μας δηλαδή), ζαλικωμένοι από ένα σάκο στον ώμο και ένα μπαστούνι για τα άγρια αρσενικά ζώα, με προορισμό το πρώτο Μοναστήρι της επίσκεψής μας τη Μονή Σταυρονικήτα, ένα ιστορικό και απερίγραπτης ομορφιάς Μοναστήρι κρεμασμένο στα βράχια του Αιγαίου.
Ήταν καμιά ώρα δρόμος και είχαμε φτάσει σε ένα λόφο κάπου μετά τα «Κάψαλα» που φαίνονταν από κει η Σταυρονικήτα και το απέραντο γαλάζιο του βόρειου Αιγαίου. Σταματήσαμε με μια σκήτη όπου μας υποδέχτηκε ένας μοναχός γύρω στα πενήντα, ξερακιανός, λεπτός μα ευγενικός. Μας κέρασε λουκούμι, τσίπουρο και νερό της πηγής.
Εγώ άρχισα να χαζεύω τριγύρω και να παρατηρώ.
«Τι κάνει αυτός ο άνθρωπος εδώ μονάχος σαν το λύκο", σκεφτόμουν. Είχε φτιάξει ένα πέτρινο καλυβάκι, το είχε σκεπάσει με κλαδιά και ξύλα και ζούσε εκεί μόνος (μοναχός για την ακρίβεια της λέξεως και αυτή είναι η πρωταρχική έννοια του μοναχού) χωρίς να έχει κανέναν και τίποτε ανάγκη.
Αυτή και μόνο η σκέψη ήταν αρκετή να κερδίσει ο μοναχός αυτός το σεβασμό μου αν και δεν του τον έδειξα ευθύς εξ αρχής. Είπαμε, ήμουν δύσπιστος και πολύ πειραχτήρι, σε βαθμό που ούτε ο μοναχός αυτός γλίτωσε από μένα.
Ο Ανδρέας πιάστηκε στο παιχνίδι των ερωτήσεων και ο Μοναχός του εξηγούσε με χαμόγελο και ανοιχτή καρδιά όλα τα μεγάλα θεολογικά ερωτήματα που εμένα με κούραζαν και βαριόμουν αφάνταστα.
-Αντρέα να πηγαίνουμε σιγά σιγά, έκανα εγώ. Οι Μοναχοί στη Σταυρονικήτα θα μας κλείσουν έξω από την Πύλη και θα κοιμηθείς απέξω σαν το σκύλο, είπα βαριεστημένα.
Αλήθεια ήταν.
Μετά τη Δύση του ηλίου, οι μοναχοί σε κάθε μοναστήρι κλείνουν την πόρτα και δεν την ανοίγουν σε κανένα και για κανένα λόγο, μια συνήθεια που πηγάζει από τα χρόνια των πειρατών και για λόγους ασφαλείας.
Αυτοί οι δύο όμως είχαν ριχτεί σε έναν Αγώνα θεολογικού και φιλοσοφικού περιεχομένου , ξαναμμένοι και οι δύο που δεν μου έδωσαν καμία σημασία.
Είχε περάσει αρκετός χρόνος.
Ρολόι δεν είχα να τον μετρήσω.
Ξαφνικά την ώρα που μιλούσαν σήκωσε το χέρι του ο μοναχός και το τέντωσε προς μία κατεύθυνση στην κοντινή ρεματιά. Δευτερόλεπτα μετά ακούστηκε μια πέτρα που κύλησε με θόρυβο! Ο Μοναχός χαμογέλασε ικανοποιημένος.
Ώπα!
Να κάτι ενδιαφέρον!!.
Η υπόθεση ήταν του δικού μου ενδιαφέροντος τώρα.
-Τι έκανες εκεί παππούλη, τον ρωτώ δύσπιστος και χαμογελαστός. Φακιρικά κάνεις; Μαγικά; Σηκώνεις το χέρι και φεύγουν πέτρες στο ρέμα; Ρώτησα με ειρωνική και περιπαιχτική μάλλον διάθεση, αλλά από μέσα μου ήμουν ήδη περίεργος, αλλά αυτό ήταν πάντα το στυλ μου όταν ήθελα πληροφορίες, τον κέντριζα τον άλλον.
- Ε, να..Δικαιολογήθηκε εκείνος. Η φίλη μου η καρδερίνα, είμαστε τόσο καιρό μαζί και μιλάμε, έφραξε ένας βράχος τη φωλιά της και μου ζήτησε να την απελευθερώσω, έκανε ντροπαλά και παιδιάστικα ο καλόγερος.
-Ναι, καλά! Κι εσύ άπλωσες το χέρι και έφυγε ο βράχος!!! Γαργάλα με να γελάσω, τον περιγέλασα αθώα μεν, αλλά από μέσα μου ήξερα πολύ καλά τι είχα δει..
- Ε, συμβαίνουν αυτά εδώ στις ερημιές μεταξύ των αγνών και αθώων πλασμάτων του Θεού, έκανε καλόκαρδα ο καλόγερος και συνέχισε τη συζήτηση με τον Αντρέα.
Άρχισε να γέρνει ο ήλιος και διέκοψα την κουβέντα απότομα.
-Λοιπόν, πρέπει να πηγαίνουμε παππούλη, θα μας κλείσουν όξω οι καλόγεροι στη Σταυρονικήτα.
Πράγματι η κουβέντα διακόπηκε με απροθυμία και από τις δύο πλευρές. Αν τους άφηνα αυτούς τους δύο, τον Αντρέα και τον μοναχό, ακόμη θα..μίλαγαν!
Τότε ο Μοναχός ασχολήθηκε μαζί μου.
Με πλησίασε και με ρώτησε:
-Εσύ Δημήτρη; Δεν θα με ρωτήσεις τίποτε;
Ώπα!
Αρχίζω και συνειδητοποιώ ότι κάτι δεν πήγαινε καθόλου καλά. Πρώτα ήταν τα «μαγικά» με την πέτρα, τώρα τούτο.
-Δεν θυμάμαι να σου είπα το μικρό μου όνομα παππούλη!! Με έκπληξη αλλά και λίγο φόβο ίσιωσα το λόγο μου και τον κοίταξα στα μάτια.
-Εσύ δεν είπες πως είμαι λίγο ..πώς με είπες, φακίρης!!! Γέλασε καλόκαρδα και πλατιά καθησυχάζοντάς με.
-Λοιπόν; Δεν θα με ρωτήσεις τίποτε; Ο φίλος σου είχε πολλές ερωτήσεις, ξαναείπε με ευγενική διάθεση ο καλόγερος.
-Μπα! Δεν έχω καμία ερώτηση, απάντησα μάλλον βαριεστημένα.
Τότε ο μοναχός με πλησίασε κι άλλο.
Έβαλε το χέρι του πάνω στο κεφάλι μου.
Όλως περιέργως ,ούτε αντέδρασα, ούτε με παραξένεψε η κίνησή του, μη σας πω την περίμενα κι όλας!!!
-Εσύ Δημήτρη δεν έχεις ερωτήσεις, διότι είσαι ευλογημένος να έχεις όλες τις απαντήσεις, είπε γλυκά, ήρεμα και με επίσημη φωνή. Καλά κάνεις και δεν ρωτάς. Ό,τι απαντήσεις θα τις βρεις μόνος σου!!! Θα πετύχεις πολλά και σημαντικά έργα στη ζωή σου. Βλέπεις, όσοι με αγνή και αθώα καρδιά, σαν την καρδερίνα πριν, ο Θεός τους ευλογεί και τους βοηθά! Θα κάνεις οικογένεια! Τρία παιδιά θα σου δώσει ο Θεός, πολλά παιδιά θα φέρεις στο Φως και πολλές συνειδήσεις θα βοηθήσεις. Μεγάλα και σπουδαία έργα θα κάμεις εσύ μικρέ Δημήτρη. Είσαι ευλογημένος!
Έτσι απλά είπε ο καλόγερος και με σταύρωσε στο μέτωπο!
Ύστερα πλησίασε τον Αντρέα.
-Εσύ Αντρέα θα γίνεις μοναχός σαν κι εμένα. Εδώ δίπλα στη Σταυρονικήτα. Το όνομά σου θα είναι Γαβριήλ. Έχεις πολύ Έργο μπροστά σου και θα έχουμε πολύ χρόνο να τα λέμε τακτικά.
..............................................................................................................................
Φύγαμε για τη Σταυρονικήτα και ίσα ίσα που προλάβαμε την Πύλη πριν μας κλείσει απέξω.
Στον επόμενο μήνα της παραμονής μας εκεί, συνέβησαν πολλά και θαυμαστά. Θα μπορούσα να τα ονομάσω και θαύματα, αλλά ούτε τότε πίστευα στα θαύματα, ούτε και τώρα.
Ο Αντρέας όμως πείστηκε για τα καλά.
Στην Παναγία την Πορταϊτισσα, (Μονή Ιβήρων στον επόμενο σταθμό μας), βάψαμε και ασβεστώσαμε τον εξωτερικό τοίχο και κάναμε μερεμέτια που οι ηλικιωμένοι καλόγεροι δεν μπορούσαν. Σε μια στιγμή βραδάκι ήταν, ηρεμία απόλυτη και ησυχία, κανένα παράθυρο ή πόρτα ανοιχτό, το καντήλι της Παναγιάς, μόνο αυτό το καντήλι, όσο ήμασταν στο ναό, άρχισε να κουνιέται ρυθμικά πέρα δώθε, πέρα δώθε!!! Το είπαμε στον ηγούμενο, ήρθαν όλοι και γονάτισαν στην εικόνα. Ο Ηγούμενος είπε: Η Παναγία πολλές φορές μας "μιλά" μ΄αυτό τον τρόπο, όταν θέλει να δείξει την ευαρέσκειά της. Καλώς ήρθατε παιδιά μου στη Χάρη της, σας ευχαριστούμε.
Το άλλο πρωί όταν φεύγαμε, μας έβαλε χρήματα (χαρτζιλίκι) στις τσέπες μας. Αρνηθήκαμε και οι δύο!!! Τότε ο ηγούμενος μας είπε ήρεμα και χαμογελαστά: "Δηλαδή θέλετε να το φάω εγώ το ξύλο από την Κυρά; Όταν βγάζει τη ζώνη της, δεν χαρίζεται σε κανένα!" Μετά μάθαμε ότι η Πορταϊτισσα το συνηθίζει στη διάβα όλων αυτών των αιώνων, όταν δεν γίνεται το θέλημά της, πέφτουν "ψιλές".
Είχαμε όμως και συνέχεια.
Θέλετε όταν "αφόρμισαν" τα σπυριά στο πρόσωπό του Ανδρέα στην Κουτλουμουσίου, έτρεχαν πύον και αίμα σε όλο του το πρόσωπο από την απλυσιά και τις σκόνες τόσων ημερών χωρίς μπάνιο, το πρόσωπό του έγινε αγνώριστο.
Μετά το Μέγα Ευχέλαιο της Μ. Τετάρτης που τον σταύρωσε ο καλόγερος με ένα βαμβάκι στο μέτωπο, την άλλη μέρα το πρόσωπό του έλαμπε!!!! Ούτε ίχνος από τις πληγές!!! Τον είδα να συλλογάται κάπου απόμακρα και μόνος.
Θέλετε στην Σκήτη της Αγίας Άννας που ο Αμερικάνος με την «πολαρόιντ» προσπαθούσε να φωτογραφήσει την εικόνα της Αγίας Άννας και δεν έβγαινε η φωτογραφία; Πήγε να σκάσει ο έρημος! Πήγαινε μπροστά στην εικόνα μέσα στο εκκλησάκι, πάταγε, τίποτα!!! Πήγαινε έξω, φωτογράφιζε ένα λουλούδι, κζζζζζζζ η φωτογραφία έβγαινε έγχρωμη! Ξανά πάλι μέσα, πάταγε τίποτα, Έξω πάταγε, δούλευε η Polaroid. Μέχρι με πήρε απελπισμένος και μου λέει: «Κάτσε εδώ να σε βγάλω και μη κουνηθείς»! Κάθισα έξω στην αυλή και μου έβγαλε μια ωραία έγχρωμη φωτογραφία. Πάμε μέσα, μου λέει. Στάσου μπροστά στην εικόνα! Πατάει, ξαναπατάει, τίποτα!!! Κοιτάζαμε όλοι απορημένοι μα πιο πολύ ο δύστυχος Αμερικανός, κόντευε να του σαλέψουν τα λογικά.
Μας πλησίασε ο καλόγερος χαμογελαστός. «Εξηγήστε του ότι η Αγία Άννα, δεν αφήνει κανέναν να τη φωτογραφίσει», είπε απλά και με χιούμορ!
Μόλις του εξήγησα, τρελαμένος ξαναδοκιμάζει στην εικόνα και τίποτε!!! Βγαίνει έξω έξαλλος και βγάζει τον κόλπο της Σιθωνίας γελαστό και καταγάλανο!
Μέχρι που αποκαμωμένος ήρθε μέσα μπροστά στην εικόνα. Σταύρωσε τα χέρια του πίσω κι έκατσε προσοχή, σιωπηλός και αμίλητος, σα δαρμένο σκυλί μπροστά της για πολλή ώρα. (Δείγμα σεβασμού για τους Αμερικανούς).
Πάλι ο Αντρέας έμεινε σιωπηλός και απόμακρος.
Ύστερα από λίγες μέρες κι ενώ συνέβησαν κι άλλα πολλά θαυμαστά μου είπε:
«Δημήτρη γύρνα μόνος στη Θεσσαλονίκη. Εγώ θα μείνω εδώ και θα γίνω καλόγερος».
-Τι έκανε λέει;!!!!! Ταύρος εγώ!
Μαζί ήρθαμε, μαζί θα φύγουμε φιλαράκο μου και τον έπιασα από το γιακά τσαμπουκαλεμένος.
Μπορεί να ήταν μεγαλύτερος ο Αντρέας τρία χρόνια, αλλά ήταν ήσυχος και αγαθός σαν αρνί, οπότε ήταν του χεριού μου! Δεν το βάσταγε η καρδιά μου αν τον αφήσω εκεί, έτσι παρορμητικά όπως σκέφτηκε σε ένα θέμα που θα του άλλαζε ολάκερη τη ζωή.
Γυρίσαμε απρόθυμα στη Θεσσαλονίκη μετά τη Λαμπρή και συνεχίσαμε τις σπουδές μας κανονικά.
Την άλλη χρονιά, αφού εγώ λόγω του ζωηρού μου χαρακτήρα αποφάσισα ότι δεν ήθελα να γίνω Ιερεύς (το είχα ξαναζήσει αυτό άλλωστε και δεν ήθελα επαναλήψεις), εγκατέλειψα στην Εκκλησιαστική Ακαδημία και πήγα να εκπληρώσω τις στρατιωτικές μου υποχρεώσεις.
Μόλις έφυγα, έφυγε και ο Αντρέας.
Πήγε στη Σταυρονικήτα, έγινε καλόγερος και όπως είπε ο παππούλης εκείνος, τα λέγαν τακτικά. Μετά από 25 χρόνια, έφυγε από το Άγιον Όρος και πήγε σε ένα Μοναστήρι της Νότιας Κρήτης κοντά στη γενέτειρά του στο Τυμπάκι, στις Μοίρες. (Μονή Απεζανών).
Σαράντα δύο χρόνια έχω να τον δω τον Αντρέα.
Μιλήσαμε χτες όπου τον βρήκα στο τηλέφωνο επιτέλους και μια τον έλεγα Αντρέα, μια Γαβριήλ, ούτε κι εγώ ήξερα. Στον κήπο του ήταν όλη μέρα, είχε του κόσμου όλα τα καλά και τα αγαθά. Καλαμπόκια, ντομάτες, πατάτες, αγγουράκια, μελιτζάνες, πιπεριές, καρπούζια, πεπόνια και άλλα πολλά από τα χεράκια του. Μέσα στην ευτυχία του μου έλεγε:
«Για να τρώμε μεις εδώ και για τους φτωχούς, τους περαστικούς, τους τριγύρω Δημήτρη, ο κόσμος έπαψε να παράγει αγαθά και αυτό θα είναι η καταστροφή μας».
Έτσι απλά, έδωσε όλο το νόημα, λες τις πολιτικές απαντήσεις στην κρίση που μας δέρνει ανελέητα.
Όσο για μένα, όπως τα είπε εκείνος ο καλόγερος με τα «φακιρικά» του κόλπα.
Έκανα οικογένεια, απέκτησα τρία παιδάκια, έγινα δάσκαλος, έγραψα βιβλία, γύρισα όλο τον Κόσμο, πέντε Ωκεανούς και πέντε Ηπείρους, φώτισα και φωτίστηκα με διδάγματα και εμπειρίες Ζωής.
Όπως τα είπε.
Τις απαντήσεις που γύρευα τις βρήκα μονάχος μου.
Ένας «μοναχός» κι εγώ, αλλά μέσα στον Κόσμο. Κι αυτή είναι μια μοναδική εμπειρία. Να είσαι αυτός που πρέπει, αλλά μέσα στον κόσμο, όχι κλεισμένος σε μια ερημιά, μακριά από τους πειρασμούς και την καθημερινή βιοπάλη.
Έτσι έμαθα ότι ο καλόγερος αυτός άφησε τη μοναχική σκήτη εκείνης της ερημιάς και κατέβηκε στον Κόσμο. Κάπου στη Σουρωτή Χαλκιδικής όπου χιλιάδες άνθρωποι τον επισκέπτονταν και έπαιρναν απαντήσεις.
Ύστερα τον έκαναν και τον είπαν..«άγιο».
Ήταν ο Παϊσιος, ο γέροντας, ο μοναχός, ο αστείος και φιλόξενος αυτός γέροντας, ο πρώτος άνθρωπος που μας υποδέχτηκε στον Άγιον Όρος.
Και ότι είπε βγήκε αληθινό.
Εδώ είμαι να σας το επιβεβαιώσω και ο Άντρέας ο Χατζηδάκης στο Μοναστήρι των Απεζανών, μοναχός Γαβριήλ πλέον, εκεί είναι στον κήπο του και στα 65 του χρόνια εργάτης της γης να φροντίζει τους άλλους.
Μου είπε κι άλλα ο Παϊσιος.
Δεν ξέρω αν ήταν «Άγιος» και τι σημασία δίνει ο καθένας στη λέξη αυτή.
Γνωρίζω όμως καλά τι είπε στον Αντρέα και βγήκε, τι είπε σε μένα και βγήκε και τι άλλο ακόμη μέλλει να συμβεί, που δεν ήρθε ακόμη η ώρα.
Μου είπε και για την Ελλάδα.
Ελληνοκεντριστής από τότε ήμουν και τον ρώτησα.
Και κείνος αγαπούσε την Ελλάδα.
Μου μίλησε για τον «άνθρωπο με την καθαρή καρδιά» που δεν θα είναι πολιτικός, τώρα που ο Τούρκος θα φάει το κεφάλι του, αφού πάει γυρεύοντας.
Μια άλλη φορά τα υπόλοιπα, τα Εθνικά μας θέματα, δεν είναι της ώρας.
Σήμερα σας μίλησα για την πρώτη μου και τελευταία επαφή με το αμφιλεγόμενο αυτό πρόσωπο του Γέροντα που είχα την τύχη να γνωρίσω στα 18 μου χρόνια, πολύ πριν τον ανακαλύψει η ανθρώπινη περιέργεια και βλακεία πολλές φορές και τον ανακηρύξουν «άγιο»!!!
Κι αν με ρωτήσετε, αυτό τον τίτλο ούτε θα τον ήθελε, ούτε θα του ταίριαζε καθόλου, αφού στην δική μου συνείδηση έγραψε με το χιούμορ του, την ευγένεια, τα "φακιρικά" του όλα τα κόλπα, πράγμα που σημαίνει ότι άγγιξε ανώτερες πνευματικές σφαίρες και άλλους ουρανούς.
Αυτές τις σφαίρες που εξελικτικά είναι το ζητούμενο σε κάθε συνειδητοποιημένο άνθρωπο, είτε οι άλλοι τον ανακηρύξουν άγιο, είτε όχι.
Αυτός θα στέκει εκεί με το νόημά του και το προσωπικό τους φως, σαν άστρο και σαν Μετέωρο.
Δημήτριος Μαντές
17/03/2022
Υ.Γ: Σας ευχαριστώ καλοί μου φίλοι για το χρόνο που αφιερώσατε να κάμετε αυτή την ανάγνωση της προσωπικής μου εμπειρίας. Η Γραφή μου είναι για δυνατούς λύτες και θέλει μεγάλη προσοχή, ως προς την εξαγωγή συμπερασμάτων. Όχι βιασύνες και προχειρότητες. Οι θρησκείες και τα πιστεύω καθενός πέρα από το ότι είναι απολύτως σεβαστά, είναι τα "οχήματα". Τα οχήματα που οδηγούν τον άνθρωπο στο Φως και τον προορισμό του. Ο γέρων Παΐσιος έφτασε και είδε το Φως μέσα από τη δική του θρησκεία, σωστή ή λάθος, ποιοι είμαστε μεις να την κρίνουμε. Εμείς τι κάνουμε είναι το θέμα. Όσοι διαβάζοντας τις αλήθειες μου αυτές, έβγαλαν μίσος, οργή και σκοτάδι, ή δυσφορία, όποιο όχημα κι αν έχουν, βρίσκονται σε λάθος δρόμο. Όσοι ένιωσαν όμορφα και γαλήνια, λαμβάνοντας τα υψηλά νοήματα της αφήγησης, Άνθρωποι πρώτα και Έλληνες θα το τονίσω, πέρα από το τι όχημα χρησιμοποιούν (χριστιανισμό, ελληνισμό, αγνωστικισμό και ότι άλλο, είναι αδιάφορο), αυτοί βρίσκονται στο δρόμο για την Ιθάκη και τον προορισμό τους. Γι αυτούς έγραψα. Εσάς τιμώ με τη γραφή μου. Εγώ τα έζησα και είναι γραμμένα στην Ψυχή μου. Πιο πολλά λόγια θα ήταν φτώχεια.
Σας ευχαριστώ.
Δημήτρης Μάντρα